Ήταν κοντά στα τέλη του 19ου αιώνα όταν ένας καλοντυμένος κύριος έκατσε έξω από το παράθυρο του νέου υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στη Σύρο. «Ενθυμούμαι ακόμη» θα γράψει αργότερα στα απομνημονεύματά του «μετά πόσης ευχαριστήσεως εστεκόμην προ των παραθύρων του υποκαταστήματος […] Εκεί εμετρούντο συνήθως τάλληρα πολλά και αδύνατον να εκφράσω πόσην ηδονήν ησθανόμην εις το άκουσμα του ήχου αυτών […]».
Η ηδονή που αισθανόταν για τα τάλληρα ο μέγας καιροσκόπος και κερδοσκόπος Ανδρέας Συγγρός χαρακτηρίζει έκτοτε το σύνολο των πολιτικών και οικονομικών ελίτ της χώρας. Οι ελληνικές τράπεζες ήταν γι’ αυτούς τους ανθρώπους ένα πολύτιμο εργαλείο για μια αδιάκοπη αναδιανομή πλούτου από τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα.. Ήταν όμως και ο ομφάλιος λώρος με το ξένο κεφάλαιο το οποίο τους χρησιμοποιούσε άλλοτε σαν απλούς εκπροσώπους του και άλλοτε σαν Κουίσλινγκ της πολιτικής του. Και η σχέση αυτή δεν άλλαξε ούτε στην χειρότερη περίοδο του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου (ΔΟΕ), που επιβλήθηκε το 1897. Η «εθνοτράπεζα», όπως την αποκαλούσε ο Ν.Μπελογιάννης στο βιβλίο του «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα», αποτελούσε σημείο αναφοράς ακόμη και όταν τα τραπεζικά κέντρα άλλων χωρών αλώνιζαν στην Ελλάδα επιβάλλοντας αποικιακές συμβάσεις για μεγάλα έργα όπως η Πάουερ στον ηλεκτρισμό, ή Ούλεν στην υδροδότηση και οι γαλλικές εταιρείες στους σιδηρόδρομους. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »