Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός κατ’ ανάθεσιν, στα μέσα του 1955 αμέσως μετά τον θάνατο του Παπάγου. Την επόμενη χρονιά έκανε εκλογές και τις κέρδισε. Η πρώτη πρωθυπουργία του χαρακτηρίστηκε από οικονομική πρόοδο των ανώτατων και ανώτερων οικονομικά στρωμάτων της χώρας, χωρίς να σημειωθεί όμως σημαντική άνοδος των εισοδημάτων για τις λαϊκές τάξεις κάνοντας τον Γεώργιο Παπανδρέου να δηλώσει σκωπτικά «όταν οι αριθμοί ευημερούν, οι άνθρωποι δυστυχούν».
Δεν άλλαξε το ανώμαλο πολιτικό κλίμα της εποχής: η Δικαιοσύνη της εποχής δε δίστασε να φυλακίσει και να εξορίσει τον Μανώλη Γλέζο, που καταδικάστηκε με βάση το νόμο περί κατασκοπείας του δικτατορικού καθεστώτος Μεταξά. Οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης εξακολουθούσαν να βρίσκονται στις φυλακές, ενώ όσοι είχαν επιστρέψει από τις εξορίες ήταν υπό διαρκή δίωξη, καθώς δεν μπορούσαν να βρουν δουλειά επειδή δεν διέθεταν πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων. Ταυτοχρόνως είχε φροντίσει για την αθώωση, με φωτογραφική διάταξη, του σφαγέα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, Μαξ Μέρτεν.
Ο Μέρτεν (1911-1976) ήταν Γερμανός ανώτατος εισαγγελέας της Ναζιστικής Γερμανίας που έφερε τον βαθμό του λοχαγού. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπηρέτησε στη Σερβία και την Ελλάδα ως ανώτερος δικαστικός σύμβουλος των εκεί γερμανικών στρατιωτικών διοικήσεων (Κομαντατούρ).
Στην Ελλάδα ήλθε τον Απρίλιο του 1942. Θεωρούνταν ο κύριος υπεύθυνος της γενοκτονίας των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Διέταξε τη μεταφορά περίπου 45.000 ατόμων στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς, και φέρει την ευθύνη της λεηλασίας των περιουσιών τους, μέχρι και τυμβωρυχίας του εβραϊκού νεκροταφείου, που υπολογίσθηκε ότι ξεπερνούσαν σε αξία το τεράστιο για την εποχή εκείνη ποσό των 125.000.000 χρυσών φράγκων. Εξ αυτών και αποκαλούνταν «Δήμιος της Θεσσαλονίκης», ή «Χασάπης της Θεσσαλονίκης».
Η δίκη του ξεκίνησε στις 11 Φεβρουαρίου του 1959 στο Ειδικό Στρατοδικείο Εγκλημάτων Πολέμου στην Αθήνα. Στις 5 Μαρτίου του 1959 ο πρόεδρος ανακοινώνει την ετυμηγορία της ενοχής του Μαξ Μέρτεν βάσει της οποίας του επιβλήθηκε 25 χρόνια κάθειρξη, κατά συγχώνευση. Στις 5 Νοεμβρίου του 1959 η κυβέρνηση, με τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας, προχώρησε στην αποφυλάκιση και στην απέλαση του Μέρτεν, στη Δυτική Γερμανία, όπου έζησε ελεύθερος.
Ίσως η πιο δραματική αποτυχία της πρώτης πρωθυπουργίας Καραμανλή ήταν η πολύ μεγάλη άνοδος που σημείωσε ο σημαντικότερος οικονομικός δείκτης, αυτός της ανεργίας. Καθ’ όλη την περίοδο 1955-1963 η ανεργία (που το 1961 είχε φτάσει στο 24%, δηλαδή 864.000 σε σύνολο εργατικού δυναμικού 3.640.000 ατόμων) ανάγκαζε τους Έλληνες να μεταναστεύουν μαζικά στη Γερμανία, την Αυστραλία, τις ΗΠΑ και τον Καναδά για να ζήσουν αξιοπρεπώς. Οι δε εκλογές του 1961, εκλογές βίας και νοθείας, έχουν μείνει στη λαϊκή συνείδηση ως οι εκλογές που ψήφισαν ακόμα και τα δέντρα.
Υπό τo πρόσχημα επικράτησης των κομμουνιστών (ΕΔΑ) γίναν εκτεταμένες διώξεις αριστερών, ενώ παράλληλα είχαν αυτονομηθεί από τον κυβερνητικό έλεγχο υπό τις ευλογίες των ανακτόρων (των βασιλέων Παύλου και Φρειδερίκης) ομάδες του στρατού, της αστυνομίας, της χωροφυλακής (η λεγόμενη “Κυανή Φάλαγγα”) και άλλων υπηρεσιών που αναλάμβαναν «αντικομμουνιστική» δράση με δική τους πρωτοβουλία, σχηματίζοντας το λεγόμενο «παρακράτος», το οποίο πιστεύεται ότι ουσιαστικά ελεγχόταν από το παλάτι. Ο Καραμανλής κατηγορήθηκε ότι ανέχθηκε ή και εξέθρεψε αυτό το παρακράτος. Ο ίδιος αρνήθηκε πάντοτε σθεναρά ότι υποστήριζε ή γνώριζε τη λειτουργία αυτών τον ομάδων. Χαρακτηριστική είναι η φράση που φέρεται να είπε μετά τη δολοφονία Λαμπράκη από παρακρατικούς: «Ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;». Όταν όμως είπε αυτή τη φράση ήταν ήδη οχτώ χρόνια πρωθυπουργός. Επιπλέον, ο Καραμανλής συνεχώς αποδυνάμωνε το βασιλικό παρακράτος για να χτίσει δικό του καταπιεστικό μηχανισμό εξωκοινοβουλευτικής εξουσίας με έμπιστούς του όπως ο Αρχηγός ΓΕΣ Καρδαμάκης, ο Σόλων Γκίκας και ο Παντελής Καλαμάκης.
Με τη βοήθεια της ΚΥΠ του Νάτσινα, δημιούργησε την περίοδο 1955-1963 ένα πρωτοφανές για τα ελληνικά χρονικά αστυνομικό κράτος, με τους έμμισθους πράκτορες των Σωμάτων Ασφαλείας και της ΚΥΠ να ξεπερνούν τους 60,000. Αυτός ο αριθμός πρακτόρων ήταν αναλογικά ο μεγαλύτερος ανάμεσα στις Δυτικές χώρες, ενώ ξεπερνούσε και σχεδόν όλες τις κομμουνιστικές, ακόμη και την περιβόητη Στάζι της Ανατολικής Γερμανίας. Η τρομοκρατία και η αστυνομοκρατία έριχναν τις βαριές σκιές τους σε όλη τη χώρα.
Τον Ιούλιο του 1963 παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία μετά από διαφωνία με τον βασιλιά Παύλο. Από τον Μάιο η χώρα ήταν σε αναταραχή, μετά τη δολοφονία του Γρηγορίου Λαμπράκη από παρακρατικούς, καθώς ο βουλευτής της ΕΔΑ έφευγε από εκδήλωση για την ειρήνη στη Θεσσαλονίκη. Οι αποκαλύψεις στη δίκη που ακολούθησε, ήταν τρομακτικές.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του, η Αθήνα καταστράφηκε καθώς οι όροι για αντιπαροχή και γενικώς ανέγερση, εξαφάνιση των χώρων υποχρεωτικού πρασίνου στα οικόπεδα και οι πολεοδομικές παραβάσεις (Βραχώδη όροι κ.α.) που ψήφιζε η Βουλή με πρωτοβουλία του, επέτρεπαν τα πάντα σε βάρος του περιβάλλοντος.
Μετά από όλα αυτά, ερωτώ: η αναφορά του Αλέξη Τσίπρα στην ομιλία του για τον Κ. Καραμανλή χθες βράδυ στο Μέγαρο Μουσικής,
«και ας μη λησμονούμε ότι ήταν ο ίδιος άνθρωπος που υπήρξε επί σειρά ετών το ισχυρό πρόσωπο ενός αυταρχικού καθεστώτος, που είχε οικοδομηθεί μέσα σε διεθνείς και εσωτερικές συνθήκες που όλοι γνωρίζουμε»
περιέχει κάτι από όλα αυτά; Περιλαμβάνει, σε μια και μοναδική υπαινικτική φράση την Ιστορία όπως τη γνωρίσαμε; Εξαντλεί τη φρίκη; Συντηρεί την ιστορική μνήμη; Περικλείει τη δολοφονία ενός βουλευτή της Αριστεράς, τις τρομακτικές διώξεις και τους βασανισμούς που υπέστησαν οι συνοδοιπόροι της;
«Δεν το ξέρουμε αυτό; Και δεν το ξέρει ο Τσίπρας; Και δεν το είπε στην ουσία με τον τρόπο του; (Θα πήγαινε στην εκδήλωση για να καταγγείλει τη δολοφονία Λαμπράκη; Κι αν δεν πήγαινε, θα έκανε πάλι σχετική δήλωση καταγγελίας, για κάτι που όλοι το γνωρίζουν;)» με ρώτησε φίλος στο facebook.
Η απάντηση είναι ότι ακριβώς επειδή όλοι ξέρουμε, δεν είναι δυνατόν να στρογγυλεύονται οι εκτιμήσεις που αναφέρονται σε τέτοιες ταραγμένες εποχές. Όχι, δεν θα πήγαινε ο Τσίπρας στην εκδήλωση για να καταγγείλει τη δολοφονία Λαμπράκη- που ναι, δεν αποτελεί πλέον είδηση. Δεν θα πήγαινε καν για να καταγγείλει. Κατά τη γνώμη μου, δύο λύσεις υπήρχαν. Η πρώτη είναι να μην πήγαινε καθόλου. Η δεύτερη, να πήγαινε με την υπέρβαση που πρέπει να κάνει η Αριστερά και να έλεγε όσα είπε. Με μια διαφορά, όμως: να στεκόταν απέναντι στο πρόσωπο τη μνήμη του οποίου τιμούσαν χωρίς άλλες σκέψεις στο πίσω μέρος του μυαλού του. Δηλαδή: μπορεί οι καραμανλικοί να χρειάζονται στον ΣΥΡΙΖΑ ως σύμμαχοι, ακόμα και ιδιότυποι. Αλλά, η Αριστερά, δεν πρέπει να κάνει πολιτικά παιχνίδια για να κερδίσει συμμαχίες. Πρέπει να τις χτίσει αλλιώς. Πρέπει να συνεχίσει να είναι κριτική. Να λέει τα σύκα-σύκα, αλλά και τον δολοφονημένο Λαμπράκη δολοφονημένο Λαμπράκη. Να εκτιμά τον Καραμανλή για όσα θετικά έκανε, ανάμεσα στα οποία είναι και η νομιμοποίηση του ΚΚΕ, αλλά να μην κρύβει λόγια. Να μην λέει μόνο «όχι», αλλά και να μην τέμνει την ιστορική μνήμη κατά το δοκούν. Να μην ξεχνά, αλλά και να μην επιτρέπει στους άλλους να διαστρεβλώσουν, να απαλύνουν ευθύνες. Να γεφυρώνει, αλλά να μην καλύπτει. Και, πάνω απ’ όλα, να μην τα κάνει όλα αυτά για να εδραιώσει την εξουσία της.
Υποσημείωση 1: «Είναι ώρες που σκέφτομαι, ειδικά τούτες τις πρωτόγνωρες στιγμές που περνά η χώρα, αν ήταν παρόντες μεγάλοι πολιτικοί ηγέτες όπως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Χαρίλαος Φλωράκης, για να αναφερθώ μόνο στις προσωπικότητες της μεταπολίτευσης, πως άραγε θα αντιδρούσαν;» είπε ο Αλέξης Τσίπρας. Και ο Λεωνίδας Κύρκος, Αλέξη, πιονιέρος αυτού του σχήματος στο οποίο προεδρεύεις; Δεν ήταν κι εκείνος ένας μεγάλος ηγέτης; Τι ατόπημα ήταν αυτό;
Υποσημείωση 2: Μέσα σ’ όλα πετάχτηκε κι ο Ριζοσπάστης, θεωρώντας, προφανώς, ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν δικαιούται δια να ομιλεί περί Χαρίλαου:
Ο Αλ. Τσίπρας δεν απέφυγε τον πειρασμό να λαθροχειρήσει σε βάρος του ΚΚΕ λέγοντας στην ομιλία του: ‘Κάποτε ο Χαρίλαος Φλωράκης, είχε χαρακτηρίσει τον εν ζωή Κωνσταντίνο Καραμανλή, ως ένα σημαντικό ηγέτη της τάξης του. Και ξέρετε ο έπαινος από τους πολιτικούς σου αντιπάλους όχι μετά θάνατον, αλλά όσο ακόμα βρίσκεσαι εν ζωή, έχει πολύ μεγαλύτερη αξία από τα σημερινά λόγια’…Κανέναν έπαινο δεν έκανε ο Χ. Φλωράκης για τον Κ. Καραμανλή. Κρίνοντας με πολιτικούς όρους την προσφορά του στην εδραίωση του καπιταλισμού στην Ελλάδα τα μεταπολεμικά χρόνια, είπε το αυτονόητο, ότι -όπως και πολλοί άλλοι αστοί πολιτικοί- υπήρξε σημαντικός ηγέτης της τάξης του.
Όχι Γιάννης, Γιαννάκης.
Ολη η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα, εδώ.
Αγγελική Κώττη
Το σκίτσο είναι του Κώστα Κουφογιώργου
Πηγή: Νευροσπάστης